Τό ἀγαπημένο προσκύνημα Κερκυραίων καί ἐπισκεπτῶν τοῦ νησιοῦ, τό Ἱ. Ἡσυχαστήριο τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς, θά τό ἐντοπίσει ὁ προσκυνητής σέ ἀπόσταση μόλις δέκα χιλιομέτρων ἀπό τήν πόλη τῆς Κερκύρας, πάνω ἀπό τό χωριό Κυνοπιάστες, στή θέση Πλαγιές, σέ μία εἰδυλλιακή περιοχή.

Ἀπό ἱστορικές πληροφορίες εἶναι γνωστό ὅτι ὁ Ἱ. Ναός τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς ὑπῆρχε ἤδη κατά τό 1571 καί ὅτι ἦταν Καθολικό ἀνδρώας Ἱ. Μονῆς. Ὡς κτίτωρ του ἀναφέρεται ὁ ἱερεύς Μιχαήλ Μοναστηριώτης. Ἕναν αἰώνα περίπου ἀργότερα, τό 1666, ἐγκαινιάζεται βιβλίο καταγραφῆς τῶν περιουσιακῶν στοιχείων του.

Τό 1717-1718 σέ καταγραφή τῶν ἐκκλησιῶν τῆς Μέσης, ἀναφέρεται περιγραφή τοῦ Καθολικοῦ τῆς μονῆς καί τῆς κτιριακῆς κατάστασής της.

Τό 1753 καταγράφηκαν τά σκεύη, τά ἀντικείμενα καί ἡ κατάσταση τοῦ Ἱ. Ναοῦ στήν περιοδεία τοῦ τότε πνευματικῶς προϊσταμένου τοῦ τόπου, Πρωτοπαπᾶ Στεφάνου Βούλγαρη.

Σχετικά μέ τό θέμα τοῦ Πρωτοπαπᾶ, νά σημειωθεῖ ὅτι στή μακρά περίοδο κατά τήν ὁποία οἱ Ἀνδηγαβοί κατεῖχαν τήν Κέρκυρα (1284-1799), κατήργησαν τήν Ὀρθόδοξη Ἐπισκοπή τοῦ νησιοῦ, πού μαζί μέ τά ἄλλα νησιά τοῦ Ἰονίου Πελάγους ἀνῆκαν στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, καί ἐγκατέστησαν λατίνο ἀρχιεπίσκοπο.

Τότε, καί μετά τήν γενναία ἀντίσταση τοῦ λαοῦ, παραχωρήθηκε ἡ ἄδεια νά ὑπάρχει ὡς πνευματικός προϊστάμενος τοῦ τόπου ἕνας Πρωτοπαπᾶς. Ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης παραχώρησε στούς Μεγάλους Πρωτοπαπάδες εἰδικά προνόμια καί ἐπισκοπικά δικαιώματα.

Ὁ μοναχός Χριστοφόρος Μαζαράκης, ἀπό τούς Κυνοπιάστες, ὑπῆρξε ἡγούμενος τοῦ ἡσυχαστηρίου καί ἐκεῖνος πού ζήτησε ἐπίσημα τό 1852 ἀπό τήν Διοίκηση τοῦ νησιοῦ νά συσταθεῖ τό Ἱ. Ἡσυχαστήριο μέ ἀφορμή τήν ἀνοικοδόμηση τοῦ Ἱ. Ναοῦ καί τήν ἀναστήλωσή του. Γιά νά συγκεντρώσει χρήματα γιά τίς ἐργασίες κατέφυγε στή γνωστή ζητεία. Ἀναφέρεται ὅτι γιά τόν σκοπό αὐτό ταξίδεψε καί στήν Κεφαλλονιά.

Το 1862 ὁ μοναχός Γαβριήλ καί ὁ Ἱεροδιάκονος Ἄνθιμος, μαζί μέ τόν Χριστοφόρο φέρονται ὡς συνεχιστές τῆς ζωῆς τῆς Ἱ. Μονῆς.

Το 1877 τό Ἱ. Ἡσυχαστήριο τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς μετατρέπεται σέ γυναικεῖο μέ τίς κατά σάρκα ἀδελφές Ἀγάθη καί Νυμφοδώρα Μπουρούτζη. Ὅπως φαίνεται ἀπό τήν διαθήκη της, τήν ὁποία συνέταξε τό 1895, ἡ Νυμφοδώρα Κωνσταντίνου ἦταν ἡ ἡγουμένη ἀπό τήν ὥρα πού τό ἡσυχαστήριο μετατράπηκε σέ γυναικεῖο. Σέ ἕνα σημεῖο τῆς διαθήκης εἶναι γραμμένη ἡ φράση: «ἐξ ἀρχῆς ἡγουμένη αὐτοῦ τοῦ μοναστηριοῦ». Στά νεότερα χρόνια ἀναφέρονται, ἐκτός ἀπό τήν ἡγουμένη Νυμφοδώρα Σουρβίνου, οἱ μοναχές Εὐπραξία, Παρασκευή, Νεκταρία καί ἡ δόκιμος Μακρίνα.

Τό 1984 τό Ἱ. Ἡσυχαστήριο ἀνακαινίστηκε ἐκ θεμελίων καί ἀνεγέρθηκε ἡ νέα πτέρυγα μέ πολλούς λειτουργικούς καί βοηθητικούς χώρους. Στό νέο κτίριο, ἐπάνω ἀπό τό ἀρχονταρίκι, λειτουργεῖ ἐργαστήριο ἁγιογραφίας.

Τό οἰκοδομικό συγκρότημα τοῦ ἡσυχαστηρίου ἀποτελεῖται ἀπό τό Καθολικό, τό καμπαναριό, πού εἶναι σχεδιασμένο κατά τήν κερκυραϊκή ἀρχιτεκτονική παράδοση καί ἀπό ἕνα συγκρότημα κελλιῶν. Στό ἰσόγειο, ἐκτός ἀπό τό ἀρχονταρίκι, εὑρίσκονται ἡ τράπεζα, ἡ ἔκθεση καί ἄλλοι βοηθητικοί χῶροι.

Τό Καθολικό εἶναι μονόκλιτη βασιλική μέ νάρθηκα. Στό ἀέτωμα τῆς νότιας θύρας φέρει πλάκα, στήν ὁποία ἀναγράφεται: 1833 Χριστοφόρος Μοναχός. Στούς τοίχους ὑπάρχουν ἀναρτημένες ἀξιόλογες εἰκόνες τοῦ 18ου αἰ. Μεταξύ αὐτῶν δεσπόζει ἡ εἰκόνα τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς, ἔργο μᾶλλον ρώσου ἁγιογράφου, φορτωμένη μέ πλῆθος ἀναθημάτων.

Τό Ἱ. Ἡσυχαστήριο κατέχει τό Ἱερό Λείψανο τῆς δεξιᾶς χειρός τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς καθώς καί μέρος τοῦ Ἱεροῦ Λειψάνου τοῦ Ἁγίου Ἰωσήφ τοῦ Ἡγιασμένου τοῦ Κρητός, τό ὁποῖο μετέφερε ἀπό τήν Ζάκυνθο ὁ μοναχός Χριστοφόρος. Πολλοί μαρτυροῦν ὅτι τά θαύματα πού ἐπιτελοῦνται εἶναι ἀναρίθμητα.

Στό Σκευοφυλάκιο φυλάσσεται πλῆθος κειμηλίων, ἱερῶν σκευῶν, εἰκόνων, βιβλίων, πρωτοπαπαδικῶν καί ἐπισκοπικῶν ἐγγράφων καί ἄλλα διοικητικῆς φύσεως ἔγγραφα.

Τό Ἱ. Ἡσυχαστήριο πανηγυρίζει στίς 26 Ἰουλίου, κατά τή μνήμη τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς.